Στα νεογέννητα γουρουνάκια, μέσα στις πρώτες μέρες της ζωής τους, θα τους κόψουν την ουρά, και τα δόντια (κάτω από το επίπεδο των ούλων), και θα τα ευνουχίσουν χωρίς αναισθητικό. Επιπλέον πολλές φορές τους περνιέται δακτύλιος στη μύτη, ώστε να μπορούν να τα δένουν και να τους περιορίζουν την κίνηση. Τα άρρωστα ή ασθενικά μωρά οι εργάτες θα τα δολοφονήσουν πετώντας τα με βία πάνω στο τσιμεντένιο έδαφος, ξανά και ξανά μέχρι να ξεψυχήσουν. Τα υπόλοιπα γουρουνάκια σε ηλικία περίπου έξι εβδομάδων, απομακρύνονται από την μητέρα τους και μεταφέρονται στις μονάδες πάχυνσης. Οι συνθήκες εδώ, είναι υπερπληθυσμός και τα κλασσικά σχαρωτά πατώματα. Όπως και όλα τα ζώα φάρμας, υφίστανται σαδιστικά βασανιστήρια και βιασμούς από τους εργάτες! Θα ζήσουν υπό καθεστώς καθημερινού φόβου, αγωνίας και πόνου, σε ανήλιαγα δωμάτια, μέχρι να φτάσουν τους 4 με 12 μήνες, οπότε και θα σταλούν στο σφαγείο.
Δεν υπάρχουν νόμοι που να ρυθμίζουν τη διάρκεια της μεταφοράς, ή την παροχή τροφής και νερού για τα ζώα που μεταφέρονται στα σφαγεία. Στην Ελλάδα το 70% περίπου του κρέατος από γουρούνια εισάγεται από χώρες όπως η Ισπανία, η Ολλάνδια και η Ιταλία. Οι οδηγίες που υπάρχουν φυσικά δεν επαρκούν και εννοείται πως ποτέ δεν τηρούνται. Τα γουρούνια συνήθως αντιστέκονται και δεν θέλουν να μπουν στα φορτηγά. Οι εργαζόμενοι τότε χρησιμοποιούν συσκευές που παράγουν ηλεκτρικές εκκενώσεις, κλωτσιές και άγριο ξύλο, ώστε να τα αναγκάσουν να μπουν σε αυτά.
Ένα τυπικό σφαγείο σκοτώνει τόσα πολλά γουρουνάκια ανά ώρα, ώστε καθίσταται αδύνατη η σωστή αναισθητοποίηση τους και μετά τη σφαγή τους σε ένα μεγάλο ποσοστό, φτάνουν ζωντανά και με πλήρεις αισθήσεις στις δεξαμενές με το καυτό νερό, που χρησιμεύουν για να μαλακώσει το δέρμα και να φύγουν οι τρίχες. Παίρνει αρκετά λεπτά να ξεψυχήσουν, μισοσφαγμένα μέσα στο βραστό νερό κ ενώ αγωνίζονται να βγουν.