Κάπου μέσα στον Δεκέμβρη του 1981 γεννήθηκε ο Tilikum στα παγωμένα νερά του ωκεανού της Ισλανδίας. Ζούσε ανέμελος τη ζωή του μαζί με την μητέρα του και τα άλλα μέλη του κοπαδιού του.
Δύο χρόνια αργότερα, τον Νοέμβρη του 1983 πιάνεται αιχμάλωτος από τα δίχτυα φαλαινοκυνηγών.
Τρεις χιλιάδες μίλια μακριά από εκεί που ζει αιχμάλωτος πια ο Tilikum και λίγα χρόνια μετά την γέννησή του, γεννήθηκε ο L-78, στο κοπάδι που είναι γνωστό από τους ερευνητές ως L-Pod.

Ο L-78 κολυμπά στον ωκεανό
Ο L-78 δεν γνωρίζει τίποτα για τη θλιβερή ζωή του Tilikum, ούτε γνωρίζει τον άρρωστο, τεχνητό, τσιμεντένιο κόσμο που οι άνθρωποι κατασκεύασαν για αυτόν. Όμως,33 χρόνια πριν, ο Tilikum γνώριζε τη ζωή του L-78.
33 χρόνια πριν, ο Tilikum μπορούσε και αυτός να κολυμπά ελεύθερος στους ωκεανούς, απολαμβάνοντας την ασφάλεια και την παρέα της μητέρας του και της οικογένειάς του.

O Tilikum απάγεται από την οικογένεια του.
Μετά τη σύλληψή του, φυλακίστηκε σε μια τσιμεντένια δεξαμενή, για σχεδόν ένα χρόνο στο ζωολογικό κήπο Hafnarfjörður, κοντά στο Ρέικιαβικ, στην Ισλανδία, περιμένοντας να μεταφερθεί σε κάποιο θαλάσσιο πάρκο. Αιχμάλωτος, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να κολυμπά σε μικρούς κύκλους και να επιπλέει στην επιφάνεια του νερού, μακριά από την ωκεανό, στον οποίο κολυμπούσε μέχρι πρότινος 100 μίλια την ημέρα μαζί με τα μέλη της οικογένειάς του.
Από εκεί μεταφέρθηκε στο Sealand του Ειρηνικού και αναγκάστηκε ζει σε μια στείρα μεταλλική δεξαμενή διαστάσεων 15 x 30 μέτρων, και μόλις 10 μέτρων βάθους.
Μέρος της εκπαίδευσής του ήταν η στέρηση τροφής και δεχόταν τακτικά βίαιες επιθέσεις από τα δύο κυρίαρχα θηλυκά του πάρκου, την Haida και τη Nootka. Αναγκαζόταν να εκτελεί παραστάσεις 8 ώρες την ημέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα. Το συνεχές άγχος, ο φόβος και η εξάντληση του δημιούργησαν έλκη του στομάχου.
Όταν το πάρκο έκλεινε τις πόρτες του στο τέλος της ημέρας, ο Tilikum αναγκάζονταν να στριμωχθεί σε μια μικρή μεταλλική μονάδα, μαζί με τα 2 κυρίαρχα θηλυκά που του επιτίθονταν, για περισσότερες από 14 ώρες, μέχρι που το πάρκο ξανάνοιγε το επόμενο πρωί.

Τα σημάδια πάνω στο σώμα του μαρτυρούν τις επιθέσεις που έχει ζήσει.
Από το 2010 και μετά, ζει εγκλωβισμένος σε μια δεξαμενή, όσο το μέγεθός του, που περιέχει το 0,0001% της ποσότητας του νερού που θα διέσχιζε σε μια και μόνο ημέρα μέρα στη φύση. Μόνος και χωρίς καμία επικοινωνία με τις άλλες φάλαινες. Τον τελευταίο χρόνο η μόνη εξαίρεση από αυτή την καταδίκη είναι μια μικρή επαφή που έχει με τον εγγονό του και κάποιες ολιγόλεπτες στιγμές που εμφανίζεται στο κοινό, μόνο και μόνο για να ξαναμπεί μετά στο μίζερο κλουβί του. Αποκομμένος από οτιδήποτε είναι φυσικό για αυτόν, ακούει τον βόμβο από τις αντλίες καθαρισμού του νερού, αντί για τους ήχους του ωκεανού, με το ραχιαίο του πτερύγιο πάντα γερμένο.

O Tilikum είναι καταδικασμένος να ζει σε μια δεξαμενή όσο το μέγεθός του.
Σύμφωνα με τον Balcomb, ο αποχωρισμός τους από το κοπάδι τους δεν είναι ένα δευτερεύον ζήτημα. Οι κοινωνικοί και γενετικοί δεσμοί που συνδέουν τις Όρκες στην άγρια φύση είναι πολύ έντονοι και επιθετικότητα μεταξύ των μελών ενός κοπαδιού σχεδόν ποτέ δεν συμβαίνει στην άγρια φύση. Χαρακτηριστικά δηλώνει: “ Όταν γεννιέσαι μέσα στην οικογένεια, ανήκεις για πάντα σε αυτή. Το σπίτι σου δεν μια συγκεκριμένη τοποθεσία. Η ομάδα σου είναι το σπίτι σου, και ολόκληρη η ταυτότητά σου είναι με την ομάδα σου.”
Ο ίδιος αναφέρει πως οι περισσότερες εγκλωβισμένες φάλαινες θα μπορούσαν να ελευθερωθούν στη φύση και να επανενταχθούν κιόλας στις οικογένειες από τις οποίες τις απήγαγαν.
Ο Tilikum όμως, δεν θα μπορέσει ποτέ να ελευθερωθεί στο φυσικό του περιβάλλον. Η ζημιά που έχει υποστεί από τους ανθρώπους είναι μη αναστρέψιμη. Θα μπορούσε όμως να μεταφερθεί σε κάποιο θαλάσσιο καταφύγιο, όπου θα του δινόταν περισσότερος χώρος και θα υπήρχαν πράγματα να εμπλουτίζουν τις ημέρες του… ώστε να καταφέρει να πλησιάσει και πάλι έστω και λίγο αυτό που ήταν 33 χρόνια πριν….

Ο Tilikum στις εγκαταστάσεις του SeaWorld.

Ενημέρωση:
Στις 6/1/17 ανακοινώθηκε ο θάνατος του Tilikum από το Seaworld, όπου τον κρατούσαν αιχμάλωτο για 34 χρόνια. Ο θάνατος τελικά, και όχι οι άνθρωποι τον απελευθέρωσαν από τον πόνο.