“Είμαι μια κότα κλωβοστοιχίας.
Ζω σε ένα κλουβί τόσο μικρό που δεν μπορώ ούτε να τεντώσω τα φτερά μου . Είμαι υποχρεωμένη να στέκομαι νύχτα και μέρα σε ένα κεκλιμένο δάπεδο από συρματόπλεγμα που με κόβει οδυνηρά στα πόδια μου. Τα τοιχώματα του κλουβιού τραυματίζουν τα φτερά μου και σχηματίζουν πληγές που δεν επουλώνονται ποτέ.
Ο αέρας είναι τόσο γεμάτος από αμμωνία που τα πνευμόνια μου πονάνε και τα μάτια μου καίνε και πιστεύω πως σύντομα θα τυφλωθώ.
Μόλις γεννήθηκα, ένας άνδρας με άρπαξε και μου έκοψε ένα μέρος του ράμφους μου με ένα καυτό σίδερο, ενώ τα αρσενικά μου αδέλφια πετάχτηκαν ζωντανά σε σακούλες σκουπιδιών ως άχρηστα.
Το μυαλό μου είναι σε εγρήγορση αλλά το σώμα μου είναι διαλυμένο και δεν έχω τα πλούσια φτερά που θα έπρεπε.
Στη φύση ή ακόμα και σε μια αυλή θα κάλυπτα τις κοινωνικές μου ανάγκες, θα έπαιζα με το χώμα και με τους συντρόφους μου, μια ανάγκη που είναι τόσο ισχυρή που προσπαθώ μάταια να την καλύψω στο συρμάτινο πάτωμα του κλουβιού μου.
Αν ήμουν ελεύθερη θα αλώνιζα στα χωράφια με τους φίλους μου, τσιμπολογώντας φυτά, σκουλήκια και έντομα από την ανατολή έως τη δύση του ηλίου. Θα περπατούσα ελεύθερη όπως ορίζει η φύση μου και θα έδινα και θα έπαιρνα ευχαρίστηση, σαν μια ολοκληρωμένη οντότητα.
Είμαι μόλις ενός έτους, αλλά είμαι ήδη μια “άχρηστη κότα”.
Άνθρωποι, μακάρι να πέθαινα, και σύντομα θα είμαι νεκρή. Ψάξτε για τα κομμάτια της πληγωμένης σάρκας μου, στις πίτες με κοτόπουλο και στις σούπες που πωλούνται.”
Το παραπάνω κείμενο είναι της Karen Davis.